Με το βλέμμα στραμμένο στην Κίνα είναι η παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία αναζητώντας ένας φως στο βάθος του τούνελ. Η αλματώδης ανάπτυξη του «Κόκκινου Δράκου» την πρώτη 10ετία του 21ου αιώνα εκτόξευσε τη ναυτιλία σε πρωτοφανή ύψη και κέρδη. Η μεγάλη όμως χρηματοπιστωτική κρίση που άρχισε να τρώει τα σωθικά της παγκόσμιας οικονομίας «κτύπησε» και τη ναυτιλία.
Η έλλειψη ρευστότητας επιδεινώνεται αφού οι τράπεζες έκλεισαν την κάνουλα των δανείων και εξυπηρετούν μόνο τους μεγάλους πελάτες, οδηγώντας μεσαίες και μικρές εταιρείες στα… βράχια! Η ναυτιλιακή χρηματοδότηση έχει γίνει σήμερα ιδιαίτερα δύσκολη, σπανίζει και να είναι πολύ ακριβή.
Η ανάγκη χρηματοδότησης των ναυτιλιακών εταιρειών είναι ιδιαίτερα μεγάλη καθώς τα έσοδα τους είναι μειωμένα λόγω των χαμηλών ναύλων. Οι δανειακές υποχρεώσεις των Ελληνικών ναυτιλιακών εταιρειών υπερβαίνουν τα 60 δισ.δολάρια εκ των οποίων τα 15 δισ. ανήκουν στο χαρτοφυλάκιο ελληνικών τραπεζών.
Γερά στο παιχνίδια της ναυτιλιακής χρηματοδότησης μπήκαν επενδυτικές τράπεζες από τις ΗΠΑ καθώς και κινεζικές τράπεζες που ήρθαν να καλύψουν τα κενά που δημιουργούν οι ευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι οποίες «κτίζουν» αργά αλλά σταθερά τις σχέσεις τους με τους Έλληνες εφοπλιστές.
Οι κινεζικές τράπεζες βρίσκονται ψηλά στη λίστα της χρηματοδότησης της ελληνικής ναυτιλίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Petrofin Research, η China Exim έχει χαρτοφυλάκιο 850 εκατ. δολαρίων, η China Development Bank 500 εκατ. δολάρια και η China Everbright Bank 150 εκατ. δολάρια.
Όμως σύννεφα άρχισαν να καλύπτουν τον ουρανό της Άπω Ανατολής αφού και οι τράπεζες της Κίνας αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Αιτία είναι τα «τοξικά δάνεια».Σύμφωνα με την Pricewaterhouse, τα καθυστερούμενα δάνεια στις 10 μεγαλύτερες τράπεζες της Κίνας αυξήθηκαν κατά 333% το 1ο εξάμηνο του χρόνου αγγίζοντας τα 78 δισ.δολάρια Το πιο ανησυχητικό όμως προέρχεται από τα εν δυνάμει προβληματικά δάνεια, τα αποκαλούμενα «ειδικής μνείας» τα οποία είναι μία βαθμίδα πριν γίνουν μη εξυπηρετούμενα και ανέρχονται σε 230 δισ. δολάρια.
«Αλλά η παύση των δανειοδοτήσεων και των Letter of Credits από τις Κινεζικές τράπεζες ανατρέπει τις προβλέψεις και δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερη πίεση στην πορεία των πλοίων μεταφοράς ξηρού φορτίου» επισημαίνει ο διεθνής ναυλομεσιτικός οίκος G.Moundreas SA:
«Ο λόγος που οι τράπεζες προέβησαν σε αυτές τις ενέργειες, είναι γιατί τον τελευταίο χρόνο αρκετοί εισαγωγείς Coal-κάρβουνου, έχασαν αρκετά χρήματα αφού ήρθαν αντιμέτωποι με την φθηνή εγχώρια παραγωγή. Αποβλέποντας στην αύξηση της ζήτησης για το καλοκαίρι προσπάθησαν να μειώσουν την ζημία τους αγοράζοντας και άλλες ποσότητες ελπίζοντας ότι θα τις πουλήσουν σε υψηλότερες τιμές.
Όμως δεν απέδωσε η κίνηση αυτή καθώς η ζήτηση παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα λόγω της γενικότερης επιβράδυνσης αφήνοντας έτσι εκτεθειμένες τις τράπεζες που χρηματοδοτούν το εμπόριο”.
Μέσα στο κλίμα αυτό ο Πρόεδρος της Cosco, capt. Wei Jiafou, στο πλαίσιο των εργασιών του World Shipping Summit 2012 στην Κίνα, προσπαθώντας να δώσει λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ναυτιλία και ιδιαίτερα από την υπέρ-προσφορά πλοίων αλλά και την αύξηση του μεγέθους των πλοίων δήλωσε πως η ανάκαμψη της αγοράς είναι απίθανο να συμβεί μέσα στα επόμενα δύο η τρία χρόνια και κάλεσε το σύνολο της ναυτιλιακής βιομηχανίας να έρθει σε συμφωνία και να σταματήσει να επεκτείνει τον παγκόσμιο στόλο.
«Οφείλουμε να επισημάνουμε, ότι μας ξένισε λίγο η ανωτέρω δήλωση, ιδιαίτερα προερχόμενη από τον Πρόεδρο της Cosco, σε μία περίοδο όπου τα ναυπηγεία της Κίνας «διψάνε» για παραγγελίες αλλά και το ότι το υφιστάμενο πρόβλημα της υπέρ-προσφοράς είναι από αθρόες παραγγελίες που μπήκανε την περίοδο 2007-2009» επισημαίνει σε ανάλυσή του ο διεθνής ναυλομεσιτικός οίκος G.Moundreas SA
Σύμφωνα με ανακοινώσεις του China State Shipbuilding Corporation, το 50% των ναυπηγείων θα κλείσει τα επόμενα 2-3 χρόνια, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν από το China Association of National Shipbuilding Industry, οι παραγγελίες για το 2012 ανέρχονται στους 11,64 εκατομμύρια τόνους δηλαδή μείωση κατά 50,7% από το 2011. Αντίστοιχα, οι συνολικές παραγγελίες πλοίων προς παράδοση, από προηγούμενα έτη μέχρι σήμερα, είναι στους 123,48 εκατομμύρια τόνους, παρουσιάζοντας μία μείωση κατά 29,9% από τον προηγούμενο χρόνο.
«Από τα ανωτέρω στοιχεία, αποδεικνύεται εμπράκτως η «εκλογίκευση» των πλοιοκτητών σχετικά με νέες παραγγελίες, βέβαια ανασταλτικός παράγοντας είναι και η έλλειψη χρηματοδότησης, με ορισμένους βέβαια να αντιμετωπίζουν την κρίση αυτή σαν ευκαιρία και να προχωρούν με σύνεση σε παραγγελίες ECO πλοίων» επισημαίνει ο G.Moundreas.
Παρ΄ όλη τη στενότητα, οι τράπεζες ήταν και παραμένουν ένας από τους βασικούς παίκτες στη ναυτιλιακή αγορά. Παράλληλα, οι εισηγμένες ναυτιλιακές εταιρίες αντλούν σημαντικά κεφάλαια από τις κεφαλαιαγορές, ενισχύοντας την κεφαλαιακή τους δομή, έχοντας πλεονέκτημα για περαιτέρω ανάπτυξη.