Η ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα είναι πεπεισμένη ότι η Ελλάδα μπορεί να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο ως παγκόσμιο ναυτιλιακό κέντρο σε σύντομο χρονικό διάστημα, ανέφερε πρόσφατη μελέτη της συμβουλευτικής εταιρείας ΕΥ (Ernst & Young).
Η μελέτη με τίτλο «Επανατοποθετώντας την Ελλάδα ως διεθνές ναυτιλιακό κέντρο» που διεξήγαγε η Ernest & Young σε συνεργασία με τον καθηγητή του πανεπιστημίου Αιγαίου Θάνου Πάλλη, αναφέρει ότι η Ελλάδα και ιδιαίτερα το λιμάνι του Πειραιά θεωρούνται μελλοντικοί ανταγωνιστές των ταχέως αναπτυσσόμενων ασιατικών αγορών την επόμενη δεκαετία .
Η μελέτη που καταγράφει τις απόψεις και τις προβλέψεις 779 ελληνικών ναυτικών στελεχών επιβεβαιώνει την σημαντική θέση του Πειραιά ως ναυτιλιακού κόμβου στον παγκόσμιο ναυτιλιακό χάρτη. Τα στελέχη πιστεύουν ότι η περαιτέρω ισχυροποίηση της θέσης του του θα ενίσχυε και τις δραστηριότητές τους – παρά την αυξανόμενη ελκυστικότητα των ανταγωνιστικών ναυτιλιακών κόμβων.
Στην δεύτερη θέση βρίσκεται η Σιγκαπούρη και ακολουθεί το Dubai και το Λονδίνο. Οι τρεις προαναφερθείσες μητροπόλεις συγκεκριμένα, αναφέρθηκαν ως οι μεγαλύτεροι ανταγωνιστές του Πειραιά.
Στη μελέτη επισημαίνεται ακόμα ότι η σημαντική θέση του λιμανιού του Πειραιά στον παγκόσμιο ναυτιλιακό χάρτη βασίζεται στην λειτουργία του ως πύλης προς τη Νοτιοανατολική Ευρώπη και των προοπτικών που δημιουργούνται από την ενδεχόμενη ιδιωτικοποίηση του λιμένα.
Η μελέτη ανέφερε ότι η ελληνική ναυτιλιακή βιομηχανία έχει αντιμετωπίσει με επιτυχία την κρίση, αφού τους πρώτους μήνες του 2017, ο ελληνόκτητος στόλος με 5.272 πλοία, αξίας περίπου 86 δισ. δολαρίων, παραμένει ο μεγαλύτερος στον κόσμο, βάσει ολικής χωρητικότητας.
Τέλος, η πλειονότητα των συμμετεχόντων στην έρευνα, αναφέρει ότι δεν φέρει την ελληνική σημαία στα πλοία της, ωστόσο ένα εντυπωσιακό 97% δήλωσε ότι εκτελεί ορισμένες τουλάχιστον από τις λειτουργίες διαχείρισης πλοίων του στην Ελλάδα, ενώ σχεδόν οι μισοί (44%) πραγματοποιούν λειτουργίες και εκτός Ελλάδας.