Lusitania: Το τραγικό θαλάσσιο ατύχημα που άλλαξε τον Α παγκόσμιο πόλεμο

Τρία χρόνια μετά τη βύθιση του Τιτανικού, η θαλάσσια διαδρομή μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και ΗΠΑ κλονίστηκε από ακόμη μια μεγάλη τραγωδία, αυτή της βύθισης του RMS Lusitania που στοίχισε τη ζωή σε σχεδόν 1.200 ανθρώπους.

Παρά τον μεγάλο αριθμό νεκρών, το συμβάν είναι λιγότερο γνωστό για τους νεκρούς του και περισσότερο γνωστό για τη συμβολή του στην τροφοδότηση του αντιγερμανικού αισθήματος που πυροδότησε μια αλυσίδα γεγονότων που οδήγησαν στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το συμβάν

Στις 7 Μαΐου 1915, το υπερωκεάνιο Lusitania μήκους 240 μέτρων εκτελούσε το δρομολόγιο από τη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ προς το Λίβερπουλ του Ηνωμένου Βασιλείου, με συνολικά 1.962 επιβαίνοντες, συμπεριλαμβανομένων 1.266 επιβατών και 696 μελών πληρώματος. Το βρετανικό πλοίο ήταν δημοφιλές για την ταχύτητα και την πολυτέλειά του και διεκδίκησε τον τίτλο του δεύτερου μεγαλύτερου πλοίου στον κόσμο, μετά από το αδελφό του πλοίο Mauritania.

Το απόγευμα της 7ης Μαΐου 1915 και ενώ πλησίαζε στο τέλος του 202ου ταξιδιού του, μια τορπίλη που εκτοξεύτηκε από ένα γερμανικό υποβρύχιο U-boat χωρίς προειδοποίηση, χτύπησε και εξερράγη στο μέσω του πλοίου στην δεξιά πλευρά του.

Σχεδόν αμέσως, το πλήρωμα προσπάθησε να καθελκύσει σωσίβιες λέμβους, αλλά η μεγάλη κλίση που είχε πάρει το πλοίο το καθιστούσε αδύνατο. Μόνο έξι από τις 48 σωσίβιες λέμβους καθελκυστήκαν με επιτυχία. Λίγο αργότερα, σημειώθηκε μια ισχυρότερη έκρηξη, πιθανώς προκληθείσα από ζημιά στις ατμομηχανές και τους σωλήνες του πλοίου. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την βύθιση του πλοίου μέσα σε 20 λεπτά.

Τα θύματα

Από τους 1.962 επιβάτες και πλήρωμα του Lusitania τη στιγμή της βύθισης, 1.198 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Λίγο μετά τη βύθιση, αρκετοί επιζώντες και δυνάμεις έρευνας και διάσωσης από την Ιρλανδία κατάφεραν να σώσουν 764 ανθρώπους, τρεις από τους οποίους πέθαναν αργότερα από τα τραύματα που υπέστησαν κατά τη βύθιση.

Πιθανές αιτίες

Σε αντίθεση με τις ατυχίες ασφαλείας που ευθύνονται για τις περισσότερες θαλάσσιες τραγωδίες, αυτό το περιστατικό αποδίδεται καθαρά σε διπλωματικά αίτια. Την άνοιξη του 1915, η Γερμανία είχε κηρύξει την θαλάσσια περιοχή γύρω από το Ηνωμένο Βασίλειο εμπόλεμη ζώνη, ως απάντηση στο Ηνωμένο Βασίλειο που κήρυξε την θαλάσσια περιοχή της Βόρειας Θάλασσας εμπόλεμη ζώνη μερικούς μήνες νωρίτερα. Αυτό έδωσε στη Γερμανία την ευκαιρία να σταματήσει να ακολουθεί το λεγόμενο «prize law», σύμφωνα με τον οποίο ένα πλοίο θα πρέπει να προειδοποιηθεί για την παρουσία υποβρυχίων.

Μετά το περιστατικό, η Γερμανία υποστήριξε ότι είχε το δικαίωμα να καταστρέψει το πλοίο, ανεξάρτητα εάν υπήρχαν επιβάτες ή όχι, επειδή αυτό μετέφερε πυρομαχικά και λειτουργούσε υπό τον έλεγχο του πολεμικού ναυτικού, οπότε μπορούσε να μετατραπεί σε ένα βοηθητικό πλοίο το οποίο θα μπορούσε να συμμετάσχει να συμμετάσχει στον πόλεμο ανά πάσα ώρα στιγμή. Αυτό σημαίνει ότι το Lusitania ήταν ένα μη ουδέτερο πλοίο σε μια περιοχή η οποία είχε κηρυχθεί εμπόλεμη ζώνη.

Από την άλλη πλευρά, το πλοίο δεν είχε οπλισμό και δε ήταν ικανό για μάχη, ενώ μετέφερε εκατοντάδες αμάχους επιβάτες, γεγονός που έδωσε τη δυνατότητα στη βρετανική κυβέρνηση να κατηγορήσει τους Γερμανούς για παραβίαση των κανόνων, που υποδεικνύουν ότι ένα άοπλο και
μη πολεμικό πλοίο δεν πρέπει να δέχεται επίθεση χωρίς προειδοποίηση.

Επιπλέον, όταν το πλοίο αναχώρησε από τη Νέα Υόρκη την 1η Μαΐου, η γερμανική πρεσβεία στις Ηνωμένες Πολιτείες τοποθέτησε διαφημίσεις σε εφημερίδες προειδοποιώντας τους ανθρώπους για τους κινδύνους από το ταξίδι στη Lusitania. Οι προειδοποιήσεις αγνοήθηκαν καθώς υποτίθεται ότι η Γερμανία θα επέτρεπε στους επιβάτες να μπουν σε σωσίβιες λέμβους και να απομακρυνθούν πριν από μια επίθεση. Μετά το περιστατικό, οι Βρετανοί υποστήριξαν ότι η απειλή με τορπιλισμό όλων των πλοίων αδιακρίτως ήταν λάθος, είτε είχε ανακοινωθεί εκ των προτέρων είτε όχι.

Σύμφωνα με την Britannica, αναφορές για υποβρύχια δραστηριότητα στα ανοιχτά της Ιρλανδίας ώθησαν το Βρετανικό Ναυαρχείο να προειδοποιήσει το Lusitania να αποφύγει την περιοχή και να υιοθετήσει την τακτική αποφυγής του ζιγκ-ζαγκ, αλλάζοντας πορεία κάθε λίγα λεπτά σε ακανόνιστα διαστήματα για να μπερδέψει και να δυσκολέψει κάθε προσπάθεια των U-boat να σχεδιάσει και να προχωρήσει στον τορπιλισμό. Ωστόσο, ο καπετάνιος του πλοίου αγνόησε αυτές τις συστάσεις.

Η συνέχεια

Η βύθιση του επιβατηγού πλοίου προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών στις Ηνωμένες Πολιτείες επειδή μεταξύ των νεκρών ήταν 128 Αμερικανοί πολίτες. Η καταστροφή του Lusitania δεν ήταν ο μοναδικός λόγος για τον οποίο οι ΗΠΑ μπήκαν στον πόλεμο, αλλά σίγουρα ενίσχυσε τη δημόσια αντίληψη των ΗΠΑ εναντίον της Γερμανίας, επομένως θεωρείται ένας από τους παράγοντες στην κήρυξη του πολέμου σχεδόν δύο χρόνια αργότερα.

Το γεγονός ότι η Γερμανία έλαβε θέση για την επίθεση μετά την τραγωδία, υποστηρίζοντας ότι ήταν δίκαιη, τόνωσε το αντιγερμανικό αίσθημα και στο Λονδίνο, όπου ξέσπασαν ταραχές.

Το ποτήρι ξεχείλισε όταν αποκαλύφθηκε το τηλεγράφημα Zimmerman, στο πλαίσιο του οποίου συζητήθηκε μια πιθανή συμμαχία μεταξύ Γερμανίας και Μεξικού σε περίπτωση που οι ΗΠΑ έμπαιναν στον πόλεμο.

Συνολικά, η βύθιση του Lusitania επηρέασε αρνητικά την εικόνα της Γερμανίας, σηματοδοτώντας στις ΗΠΑ ότι η ουδετερότητα δεν ήταν επιλογή.

Διαβάστε ακόμα