Μπορούν οι ναυτιλιακές εταιρείες να καταπολεμήσουν μόνες τους την πειρατεία;

Η ναυτιλιακή βιομηχανία δεν μπορεί να βασιστεί στο πολεμικό ναυτικό και στις παραδοσιακές αρχές επιβολής του νόμου για να προστατευθεί από τις επιθέσεις των πειρατών και να τους οδηγήσει ενώπιον της δικαιοσύνης. Το να αστυνομεύεις την ανοιχτή θάλασσα είναι διαφορετικό από τις περιπολίες στην ξηρά, το έγκλημα είναι πιο εύκολο να διαπραχθεί, πιο δύσκολο να ανιχνευθεί και πιο δύσκολο να αποφευχθεί. Όταν οι πειρατές επιτίθενται, μια ένοπλη σύγκρουση είναι πιθανή, και η χρήση βίας είναι ένα αρκετά σύνηθες φαινόμενο (υπολογίζεται σε 37% στη μελέτη αυτή).

Η αποτελεσματικότητα των παραδοσιακών αρχών επιβολής του νόμου και οι προσπάθειες δίωξης περιορίζονται σε ένα διεθνές πλαίσιο, ιδιαίτερα όταν αφορούν τα λεγόμενα “αποτυχημένα κράτη” (failed states). Οι περιορισμοί των παραδοσιακών δυνάμεων επιβολής του νόμου αντικατοπτρίζονται στις δραματικές αυξήσεις στα ετήσια περιστατικά πειρατείας. Ακόμα και όταν οι παραδοσιακές επιχειρήσεις επιβολής του νόμου είναι επιτυχημένες, η ποινική δίωξη συναντά πολλές καθυστερήσεις και νομικά εμπόδια και η φυλάκιση δεν είναι ποτέ εγγυημένη. Όλα τα παραπάνω μπορούν να μειώσουν το αποτρεπτικό αποτέλεσμα των συλλήψεων και των διώξεων.

Ωστόσο, μια πρόσφατη τριμηνιαία δικαστική μελέτη υποστηρίζει ότι οι επιθέσεις των πειρατών δεν είναι αναπόφευκτες. Οι ναύτες και τα πλοία τους μπορούν να προστατευθούν με τη λήψη μέτρων που αλλάζουν το περιβάλλον μετακίνησης. Η ανά περίπτωση θεωρία πρόληψης της εγκληματικότητας (Situational crime prevention – SCP) παρέχει το πλαίσιο για την προληπτική αποτροπή των παράνομων πράξεων, σε αυτή την περίπτωση της θαλάσσιας πειρατείας.

Μια εν μέρει σωστή λύση;

Η SCP είναι μια μορφή της “θεωρίας των ευκαιριών” (opportunity theory) Είναι μια θεωρία σε μικρο-επίπεδο που λαμβάνει υπόψη την αλληλεπίδραση μεταξύ του θύματος, του δράστη και του περιβάλλοντος. Η βασική αρχή είναι ότι μια ισχυρή, ορατή αμυντική δομή θα αποτρέψει ή θα καθυστερήσει ένα έγκλημα και άρα δεν βασίζεται κατ ‘ανάγκη στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης για τον εντοπισμό και τη δίωξη των παραβατών, ή τον έλεγχο της εγκληματικότητας.

Η ανά περίπτωση θεωρία πρόληψης της εγκληματικότητας αποτελείται από τρεις αρχές: 1) Την υιοθέτηση μέτρων καταπολέμησης του εγκλήματος σε πολύ συγκεκριμένες μορφές εγκληματικότητας 2) τη διαχείριση, το σχεδιασμό, ή το χειρισμό του άμεσου περιβάλλοντος κατά όσο το δυνατόν συστηματικό και μόνιμο τρόπο και 3) την αύξηση του ενδεχόμενου ρίσκου ή της προσπάθειας που απαιτείται για να διαπραχθεί ένα έγκλημα, ή την ελαχιστοποίηση των ανταμοιβών ή την εξάλειψη των δικαιολογιών για τη διάπραξη ενός εγκλήματος. Η θεωρία έχει εμπειρικά επαληθευτεί σε μια πλειάδα εγκληματικών και παραβατικών συνθηκών, συμπεριλαμβανομένων της ένοπλης βίας, της απλής κλοπής εμπορευμάτων, των μικροκλοπών (shoplifting) από καταστήματα, την αυτοκτονία, τον βανδαλισμό, τις κλοπές αυτοκινήτων και τη λαθροθηρία. Η θεωρεία της SCP ομαδοποιεί τις ανά περίπτωση τεχνικές σε πέντε εννοιολογικές κατηγορίες που περιγράφουν την πρόθεση και την προσέγγιση της παρέμβασης: 1) την αύξηση της προσπάθειας για να διαπραχθεί το έγκλημα 2) την αύξηση του ρίσκου για τους παραβάτες 3) τη μείωση των ανταμοιβών που παράγονται από τη διάπραξη του εγκλήματος 4) τη μείωση των προκλήσεων που υποκινούν το έγκλημα και 5) την απομάκρυνση των δικαιολογιών για τη διάπραξη του εγκλήματος.

Όταν οι πειρατές αποφασίζουν να επιτεθούν σε ένα πλοίο, μπορεί να υποτιμούν διάφορους περιστασιακούς παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο της σύλληψης, να αυξήσουν την προσπάθεια για επιτύχουν το σκοπό τους, ή να μειώσουν τα αναμενόμενα οφέλη της επίθεσης. Μέρος αυτού του υπολογισμού είναι ότι οι αποφάσεις των πειρατές δεν είναι ποτέ τέλειες, και ότι βασίζονται σε πληροφορίες που συγκροτούν τις επιλογές τους και περιορίζουν τις αποφάσεις τους, που μπορεί να οδηγήσουν σε λανθασμένα αποτελέσματα (π.χ., φόβο, τραυματισμό, θάνατο, ανεπαρκείς επιχειρησιακοί πόροι). Η θεωρεία SCP είναι μια προσέγγιση για την πρόληψη του εγκλήματος που βοηθά να διαταράξει ή να μεταβάλλει τη δομή των ευκαιριών, η οποία οδηγεί σε λιγότερες επιτυχείς επιθέσεις.

Προστατέψτε τα πλοία σας

Οι περισσότερες επιθέσεις στη μελέτη είναι ανεπιτυχείς (51,2%). Τα μεγαλύτερα πλοία (π.χ., δεξαμενόπλοια, ξηρού φορτίου χύδην και εμπορευματοκιβωτίων) διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο επίθεσης, αλλά είναι επίσης λιγότερο πιθανό να υποστούν μια επιτυχημένη επίθεση. Ο σχετικός κίνδυνος μιας επίθεσης είναι υψηλότερος για ένα πλοίο που είναι αγκυροβολημένο ή ελλιμενισμένο σε σύγκριση με ένα πλοίο σε κίνηση. Αυτό έχει επιπτώσεις στην ασφάλεια των λιμένων, όπως και στις αντιπειρατικές βάρδιες επί του πλοίου και μπορεί να υποδηλώνουν μια ελαχιστοποίηση της εγρήγορσης, όταν το πλήρωμα βρίσκεται σε λιμάνι. Ωστόσο, μπορεί επίσης να υποδηλώνει συμπαιγνία μεταξύ του πληρώματος, λιμενεργατών και πειρατών, ενώ βρίσκονται στο λιμάνι, με σκοπό να αποκτήσουν πρόσβαση στο πλοίο.

Η πρόσβαση στο πλοίο παρουσιάζει επίσης κινδύνους. Ενώ βρίσκεται αγκυροβολημένο, οι πειρατές είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιήσουν την αλυσίδα τηςάγκυρας, το σχοινί πρόσδεσης, και τον μεταλλικό σωλήνα όπως και κάθε άλλο μέσο (όπως σχοινιά, γάντζους, σκάλες, η να προσποιηθούν τους κυβερνητικούς αξιωματούχους). Και πάλι, αυτό συνεπάγεται αντιπειρατικές φρουρές πάνω στο πλοίο, ελέγχο πρόσβασης, καθώς και άλλα μέτρα ασφαλείας. Η πρόσβαση στο πλοίο μέσω των προαναφερθέντων μέσων είναι πιο διαδεδομένη, ενώ το πλοίο βρίσκεται σε κίνηση. Η επιβίβαση από την πλώρη είναι πολύ πιο πιθανή από οποιοδήποτε άλλο μέρος του πλοίου, αλλά άμα βρίσκεται σε κίνηση είναι πιο πιθανό να επιβιβαστούν από την πρύμνη.

Μια πολυεπίπεδη προσέγγιση στην πρόληψη του εγκλήματος είναι καλύτερη, αυτή που χρησιμοποιεί ταυτοχρόνως διάφορα μέτρα αποκλεισμού ευκαιριών. Επί της ουσίας, όπως αναμενόταν, όταν τα εκπορευόμενα από τη θεωρίας SCP μέτρα αυξάνονται, υπάρχει επίσης μια αύξηση στις ανεπιτυχείς επιθέσεις των πειρατών.

Τι ακολουθεί;

Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι τα εμπορικά πλοία δεν πρέπει αναγκαστικά να στηρίζονται στην κυβέρνηση για την προστασία τους, ενώ βρίσκονται στη θάλασσα. Οι ναυτικοί μπορούν να λάβουν προληπτικά μέτρα αυτοπροστασίας που δεν εμπλέκουν όπλα, όπως αυτά που προωθεί το πρωτόκολλο BMP4 (Best Management Practices 4 for Protection against Somalia Based Piracy), και τα οποία μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο τραυματισμού ή θανάτου που σχετίζεται με την επίθεση. Αυτό που κάνει την ανά περίπτωση θεωρία πρόληψης της εγκληματικότητας τόσο ελκυστική είναι ότι τα εμπορικά πλοία μπορούν να γίνουν πιο αυτάρκη, η πρακτική αυτή μπορεί να διδάσκεται στις ακαδημίες εμπορικού ναυτικού παγκοσμίως ως πρότυπο προληπτικό μέτρο και η ναυτιλιακή βιομηχανία μπορεί να αποφύγει τα ζητήματα εφαρμογής που σχετίζονται με πολλαπλές παράγοντες που αδυνατούν να συμβάλλουν προς την κατεύθυνση της πρόληψης (π.χ. Έλλειψη κρατικών πόρων).

Παρ’ όλα τα οφέλη της, η θεωρεία της SCP δεν είναι άψογη ως μέτρο ελέγχου του εγκλήματος. Αν και οι αρχές λειτουργούν καλά όταν εφαρμόζεται σε ένα δεδομένο πλαίσιο, έχουν περιορισμένο διάστημα εφαρμογής και δεν λειτουργούν πάντα όπως θα έπρεπε και επομένως οι πειρατές μπορεί να δοκιμάσουν τα όριά τους μόνο για να τους νικήσουν τελικά με τη δύναμη και τη βία.

Η μελλοντική έρευνα θα πρέπει να εξετάσει τα διασυνδεδεμένα στοιχεία του νόμιμου και παράνομου εμπορίου που διευκολύνουν την πειρατεία, ιδιαίτερα τις λιμενικές δραστηριότητες, τα πλαστά και παραποιημένα έγγραφα, το διαδίκτυο και τις καμουφλαρισμένες ιδιοκτησιακές δομές στον τομέα της ναυτιλίας. Επίσης, θα πρέπει να υπάρξει μια βαθιά αξιολόγηση των σταρτηγικών καταπολέμησης της πειρατείας, όπως το σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση της πειρατείας και τη ναυτική ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών (United States Counter-Piracy and Maritime Security Action Plan). Αρκετά μέτρα κατά της πειρατείας αυτού του πλάνου έχουν εφαρμοστεί, αλλά δεν έχουν αξιολογηθεί εμπειρικά για τη χρησιμότητά τους. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι σαφές ποια επίπεδα του σχεδίου λειτουργούν και ποιά δεν λειτουργούν και ποια μέτρα θα πρέπει να συνεχιστούν ή να διακοπούν.

Διαβάστε ακόμα