Η ελληνική ναυτιλία έχει κατακτήσει παγκόσμια πρωτοκαθεδρία, όμως πίσω από την επιφανειακή επιτυχία κρύβεται ένα σοβαρό θεσμικό εμπόδιο που πλήττει άμεσα τους Έλληνες αξιωματικούς Μηχανής: η αδυναμία θεώρησης και εξαγοράς υπηρεσίας σε πλοία ξένης σημαίας όταν η εταιρεία δεν διαθέτει έδρα ή γραφείο στην Ελλάδα. Ένα εμπόδιο που δεν συναντάται σχεδόν πουθενά αλλού στην ευρωπαϊκή ναυτιλιακή πραγματικότητα.
Πρόσφατα βρέθηκα αντιμέτωπος με μια από τις πιο δελεαστικές επαγγελματικές προτάσεις της καριέρας μου. Μια μεγάλη, αξιόπιστη ευρωπαϊκή εταιρεία με πλοία LNG μου πρόσφερε θέση με άριστες οικονομικές απολαβές, σύγχρονα πλοία και προοπτικές σταθερότητας και εξέλιξης. Κι όμως, αναγκάστηκα να αρνηθώ. Όχι λόγω όρων, όχι λόγω συνθηκών· αλλά επειδή η υπηρεσία μου δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί από τις ελληνικές αρχές.
Η ελληνική νομοθεσία ζητά από τις ξένες εταιρείες να έχουν ελληνικό ΑΦΜ, επίσημο εκπρόσωπο και συγκεκριμένα έγγραφα που στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης δεν υφίστανται ως διαδικασία. Η συντριπτική πλειονότητα των ευρωπαϊκών εταιρειών δεν έχει κανέναν λόγο να δημιουργήσει παρουσία στην Ελλάδα, μόνο και μόνο για να εξυπηρετήσει τον φάκελο ενός Έλληνα αξιωματικού.
Το παράδοξο γίνεται πιο εμφανές μέσα από την καθημερινότητά μου στη θάλασσα. Τα τελευταία χρόνια έχω εργαστεί δίπλα σε συναδέλφους από ποικίλες χώρες — αρκετοί εκ των οποίων είναι πολίτες της ΕΕ. Κανείς τους δεν χρειάζεται όσα απαιτεί η ελληνική διοίκηση. Για τους περισσότερους, τα sea service letters και το συμβόλαιο είναι αρκετά. Όλα καταγράφονται ηλεκτρονικά, γρήγορα, ξεκάθαρα και χωρίς περιττές διαδικασίες.
Στην Ελλάδα, όμως, η κατάσταση είναι διαφορετική. Παρότι το υπουργείο ορίζει ένα σύνολο δικαιολογητικών, κάθε λιμεναρχείο ζητά επιπλέον στοιχεία: πρόσθετες βεβαιώσεις, διαφορετικές διατυπώσεις, πρόσθετες σφραγίδες ή υποδείγματα που δεν αναφέρονται πουθενά επίσημα. Το αποτέλεσμα είναι σύγχυση, καθυστέρηση και πλήρης αβεβαιότητα για τον ναυτικό.
Σε μια περίοδο όπου η παγκόσμια αγορά αντιμετωπίζει έλλειψη έμπειρων στελεχών σε LNG carriers, η Ελλάδα —αντί να στηρίζει τους αξιωματικούς της— τους αναγκάζει να απορρίπτουν κορυφαίες ευκαιρίες. Πόσες θέσεις χάνονται κάθε χρόνο εξαιτίας αυτής της γραφειοκρατικής αγκύλωσης; Πόσοι Έλληνες αξιωματικοί αποκλείονται από το να υπηρετήσουν σε αξιοπρεπέστατες ευρωπαϊκές εταιρείες επειδή «δεν θεωρείται η υπηρεσία»;
Αν πραγματικά θέλουμε ο Έλληνας μηχανικός να συνεχίσει να ξεχωρίζει στη διεθνή ναυτιλία, πρέπει να ευθυγραμμίσουμε τις διαδικασίες μας με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Η υπηρεσία δεν μπορεί να γίνεται όμηρος μιας γραφειοκρατίας που κανείς άλλος στην Ευρώπη δεν αντιμετωπίζει.
Μέχρι τότε, ευκαιρίες θα χάνονται και τα στελέχη μας θα παραμένουν εγκλωβισμένα σε επιλογές που δεν αντιστοιχούν στις ικανότητες ούτε στη ζήτηση της αγοράς.
















