Με το MSC Baltic III να παραμένει προσαραγμένο επί 9 μήνες στη Νέα Γη, η ανησυχία των κατοίκων και των ψαράδων έχει κορυφωθεί. Οι συνεχείς καταιγίδες και ο κυματισμός προκαλούν νέες ζημιές, αυξάνοντας τον φόβο για θαλάσσια ρύπανση.
Οι κάτοικοι και οι ψαράδες στη Νέα Γη ανησυχούν ολοένα και περισσότερο για την κατάσταση του πλοίου MSC Baltic III, το οποίο προσάραξε σε βραχώδη ακτή στο Λαρκ Χάρμπορ στις 15 Φεβρουαρίου. Ο χειμωνιάτικος καιρός στον Βόρειο Ατλαντικό έχει ξεκινήσει ήδη να επιδεινώνεται, με τον έντονο κυματισμό να χτυπά το πλοίο στα βράχια, προκαλώντας όλο και περισσότερες ζημιές μέρα με τη μέρα. Υπάρχει έντονη ανησυχία από τους τοπικούς φορείς, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι το πλοίο θα διαλυθεί και θα προκαλέσει θαλάσσια ρύπανση στα παράκτια ύδατα.
«Αυτό το ναυάγιο είναι πλέον μια ωρολογιακή βόμβα για το περιβάλλον και η έλλειψη επείγοντος σχεδίου για την αντιμετώπισή του έχει θέσει σε σοβαρό κίνδυνο την αλιεία μας, τις ακτές μας και τις κοινότητές μας», δήλωσε στο CBC μια εκπρόσωπος του συνδικάτου Fish, Food and Allied Workers σε ανακοίνωσή της.
Ένα μεγάλο σύστημα καταιγίδων έπληξε τη δυτική ακτή της Νέας Γης την περασμένη εβδομάδα, με παρατεταμένες σοβαρές επιπτώσεις στο σημείο του ναυαγίου. Η επιχείρηση διάσωσης του πλοίου σταμάτησε λόγω των κακών καιρικών συνθηκών, οι οποίες είχαν σαν αποτέλεσμα να προκαλέσουν κίνηση της πρύμης και της πλώρης, επιφέροντας αισθητές αλλαγές στην κατάσταση της αριστερής πλευράς του πλοίου.
Εικόνες από το σημείο δείχνουν ότι το κύτος του πλοίου έχει λυγίσει προς τα πάνω στο μέσο του πλοίου, με μια εμφανή πτυχή να είναι ορατή κάτω από το γράμμα “S” στο “MSC” στην αριστερή πλευρά.

Την Τετάρτη, αφού πέρασε η καταιγίδα, πλήρωμα της Καναδικής Ακτοφυλακής επιβιβάστηκε στο πλοίο για να αξιολογήσει την κατάστασή του. Η υπηρεσία ανέφερε ότι οι δομικές ζημιές ήταν ορατές κάτω από το κατάστρωμα, επηρεάζοντας το πλαίσιο και τα διαφράγματα μιας δεξαμενής έρματος νερού. Η εταιρεία διάσωσης, T&T Salvage, διεξάγει ενδελεχή έρευνα του πλοίου, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης του εξοπλισμού διάσωσης που είχε αποθηκευτεί στο πλοίο — μέρος του οποίου έχει υποστεί ζημιές ή έχει βραχεί από το νερό της θάλασσας.
Ορισμένοι κάτοικοι της περιοχής αναρωτιούνται εάν η επιχείρηση διάσωσης θα είχε προχωρήσει περισσότερο εάν είχε κατασκευαστεί ένας δρόμος πρόσβασης από τη στεριά πιο γρήγορα, ώστε να καταστεί δυνατή η μετακίνηση εξοπλισμού και προσωπικού στο σημείο του προσαραγμένου πλοίου. Οι εργασίες για τη διάνοιξη δρόμου από τη δύσβατη πλευρά της στεριάς ξεκίνησαν στις αρχές Μαΐου, περισσότερο από τρεις μήνες μετά την προσάραξη. Σε αυτό το σημείο, είναι απίθανο να επιχειρηθεί πλήρης απομάκρυνση του πλοίου πριν από την καλοκαιρία της άνοιξης, δήλωσε στο CBC ο αξιωματικός της ακτοφυλακής Bruce English.
Το μεγαλύτερο μέρος του καυσίμου fuel oil έχει ήδη αντληθεί από το πλοίο και από τα τέλη Οκτωβρίου τα συνεργεία διάσωσης ξεπλένουν και τα τελευταία υπολείμματα από τις δεξαμενές καυσίμων, όποτε οι καιρικές συνθήκες το επιτρέπουν.
Το χρονικό της προσάραξης του πλοίου
Το MSC Baltic III, ένα πλοίο χωρητικότητας 37.636 dwt, υπέστη ολική απώλεια ισχύος περίπου 12 ναυτικά μίλια από την είσοδο του Κόλπου των Νήσων. Το πλήρωμα μεταφέρθηκε με ασφάλεια από τις καναδικές αρχές, ωστόσο το πλοίο παρασύρθηκε από τους ισχυρούς ανέμους σε μια απομακρυσμένη ακτή, όπου και παραμένει έως σήμερα.
Η κακοκαιρία και η παρουσία θαλάσσιου πάγου καθιστούν τις προσπάθειες διάσωσης εξαιρετικά δύσκολες. Σύμφωνα με το Καναδικό Λιμενικό Σώμα, οι επιχειρήσεις διάσωσης διακόπτονται σχεδόν στο 50% των ημερών λόγω των αντίξοων συνθηκών, δυσχεραίνοντας την πρόσβαση στο πλοίο.
Η MSC Mediterranean Shipping Company έχει αναθέσει στις T&T Salvage και Eastern Canada Response Corporation τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της επιχείρησης διάσωσης. Ειδικά ρυμουλκά και φορτηγίδες παγοθραυστικής κλάσης, καθώς και εξοπλισμός άντλησης καυσίμων, συνέβαλαν στην απομάκρυνση περίπου 1,7 εκατομμυρίων λίτρων βαρέος καυσίμου από το πλοίο, ώστε να αποφευχθεί περιβαλλοντική ρύπανση.
Η προσέγγιση του MSC Baltic III από την ξηρά είναι επίσης ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς απαιτείται η αναβάθμιση και η διάνοιξη δρόμων που οδηγούν στο σημείο. Το σχέδιο για την κατασκευή αυτής της πρόσβασης βρίσκεται σε εξέλιξη.
Στο πλοίο υπάρχουν περίπου 470 εμπορευματοκιβώτια, εκ των οποίων περισσότερα από τα μισά είναι κενά. Η MSC ανέφερε ότι τα επικίνδυνα εμπορευματοκιβώτια έχουν ασφαλιστεί κατάλληλα για την αποφυγή περιβαλλοντικών κινδύνων και θα απομακρυνθούν σταδιακά.
Σύμφωνα με την καναδική νομοθεσία, η MSC είναι υπεύθυνη για το κόστος της επιχείρησης διάσωσης. Η Καναδική Ακτοφυλακή απέφυγε να δώσει ακριβείς εκτιμήσεις κόστους, καθώς οι συνθήκες αλλάζουν διαρκώς.
Η επιχείρηση διάσωσης του MSC Baltic III συνεχίζεται, με βασικές προτεραιότητες την ασφάλεια των ανθρώπων και την προστασία του περιβάλλοντος.

















