Η Nokia και το Facebook έθεσαν νέο ρεκόρ υποθαλάσσιας φασματικής απόδοσης κατά τη διάρκεια δοκιμών νέων οπτικών τεχνολογιών επεξεργασίας ψηφιακού σήματος σε διατλαντική υποθαλλάσια σύνδεση 5.500 χιλιομέτρων.
Καθώς οι εφαρμογές που απαιτούν όλο και περισσότερο bandwidth γίνονται προσβάσιμες σε μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού ανά τον κόσμο, η αναβάθμιση των υποδομών τηλεπικοινωνιών που τις στηρίζουν μετατρέπεται σε μια κρίσιμη πρόκληση. Προκειμένου να ενισχύσουν τις δυνατότητες των υποθαλλάσιων οπτικών ινών, η Nokia και το Facebook προχώρησαν σε μια σειρά δοκιμών τεχνολογίας Probabilistic Constellation Shaping (PCS). Οι δοκιμές αυτές έδειξαν μια αύξηση σχεδόν δυόμιση φορές πάνω από την υπάρχουσα οπτική μετάδοση του συστήματος, αναδεικνύοντας την δυνατότητα εφαρμογής αυτής της τεχνολογίας σε ένα απαιτητικό πραγματικό δίκτυο οπτικών ινών.
Το PCS, το οποίο αποτελεί πεδίο συνεχούς έρευνας για την επιστημονική ομάδα της Nokia Bell Labs, αποτελεί μια νέα τεχνολογία που χρησιμοποιεί μοντέλα ορθογωνικής διαμόρφωσης πλάτους (QAM) για την ευέλικτη προσαρμογή της δυναμικότητας μεταφοράς σε επίπεδα που προσεγγίζουν τα όρια μιας σύνδεσης οπτικών ινών. Σ’ αυτό το πρωτοποριακό πείραμα που συνελήφθη και σχεδιάστηκε από το Facebook, επιτεύχθηκε ρεκόρ φασματικής απόδοσης 7.46 b/s/Hz, υπογραμμίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τις μελλοντικές δυνατότητες αναβάθμισης της σύνδεσης σε 32 Tb/s ανά ίνα.
Οι δοκιμές μετάδοσης επικύρωσαν την επιτυχημένη μεταφορά μήκους κύματος 8-QAM στα 200 Gb/s και μήκους κύματος 16-QAM στα 250 Gb/s, κάτι που συνέβη για πρώτη φορά σε διατλαντική μετάδοση, ενώ η επιτυχία των δοκιμών κρίθηκε αρκετά ικανοποιητική ώστε να είναι σε θέση να υποστηρίξει αξιόπιστες εμπορικές λειτουργίες.
Ο καθηγητής Stephen Grubb, αρχιτέκτονας παγκόσμιων οπτικών δικτύων του Facebook, δήλωσε: “Το Facebook επιθυμεί να επιταχύνει την καινοτομία και την υιοθέτηση οπτικών τεχνολογιών νέας γενιάς. Οι δοκιμές με την Nokia μας έδειξαν ότι η οπτική τεχνολογία PCS μπορεί να φτάσει σε επίπεδα που προσεγγίζουν το όριο Shannon για την μετάδοση δεδομένων. Κάτι τέτοιο μας εξασφαλίζει ότι θα μεγιστοποιήσουμε την επένδυσή μας στα συστήματα υποθαλάσσιων δικτύων, όπως και ότι θα συνεχίσουμε να μειώνουμε το κόστος των συνδέσεων”.